Ολοένα πληθαίνουν οι φωνές που καλούν σε εγρήγορση σχετικά με μεγάλα πανανθρώπινα προβλήματα: οικονομική κρίση, κλιματική αλλαγή, εξάντληση των φυσικών πόρων, επικείμενη ανεπάρκεια πόσιμου νερού και τροφής, πολιτική κατάρρευση. Αλλά πόση απήχηση έχουν αυτές οι φωνές; Πόση αλλαγή προκαλούν; Μακροσκοπικά μάλλον ελάχιστη. Κατά βάση οι λαοί μοιάζουν να βρίσκονται σε κώμα. Σχεδόν κανείς δεν φαίνεται να θορυβείται. Πουθενά δεν σημειώνεται μαζική αλλαγή συμπεριφοράς. Ο κόσμος εξακολουθεί να πίνει, να καπνίζει, να τζογάρει, να πηγαίνει στο γήπεδο, να καταναλώνει απερίσκεπτα (ξάδερφος, προϊστάμενος σε κατάστημα μεγάλης αλυσίδας κινητής τηλεφωνίας, με βεβαιώνει ότι πολλοί πελάτες του – κατά κανόνα νέοι – αλλάζουν συσκευή κινητού τηλεφώνου κάθε έξι μήνες) και να ψηφίζει τους ίδιους τύραννους που δεκαετίες τώρα ασελγούν βάναυσα πάνω στο σώμα και στην ψυχή του λαού ως λιανέμποροι του χωροχρόνου, αφού έχουν συστηματικά ξεπουλήσει όχι μόνο την πατρίδα, ως έννοια και ως γεωγραφική οριοθέτηση, αλλά επίσης το παρελθόν (ιστορία), το παρόν (τρέχοντες οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες) και το μέλλον (χρέη, ελλείμματα, μακροπρόθεσμες επιπτώσεις από τη διάλυση της παιδείας και της υγείας).
Όταν πέφτουν οι βόμβες, όλοι τρέχουν στα καταφύγια. Όταν βυθίζεται το βαπόρι, όλοι σπεύδουν στις βάρκες. Γιατί, λοιπόν, τέτοια αδράνεια, τέτοια αδιαφορία μπροστά στην πολυεπίπεδη, επείγουσα και σοβαρότατη κρίση που απειλεί την ανθρωπότητα;
Η εύκολη λύση είναι να επικαλεστούμε μαζική ηλιθιότητα: είμαστε χοντροκέφαλοι και δεν παίρνουμε χαμπάρι. Το κρατάμε αυτό, δεν αποκλείεται.
Μια άλλη πιθανή απάντηση είναι ότι η αδράνεια (= αντίσταση στην αλλαγή) οφείλεται σε μια μορφή αισιοδοξίας, που ενίοτε φτάνει στα όρια της άρνησης, της αποσύνδεσης από την πραγματικότητα. Πρόκειται, μάλλον, για μια φυσική άμυνα που βρίσκει ερείσματα αυτοδικαίωσης στην καθημερινή επανάληψη εμπειρικών πιστοποιήσεων της κανονικότητας: κάθε πρωί το φως του ήλιου, το χρώμα του ουρανού, η φωνή του παλιατζή, οι κόρνες των αυτοκινήτων, ο σαματάς από το ξεφόρτωμα των εμπορευμάτων στο σούπερ μάρκετ, οι μυρωδιές από τον φούρνο της γειτονιάς, δεκάδες άλλες καταγραφές από τον χώρο του αισθητού, που εύκολα και εύλογα εκλαμβάνεται σαν η μοναδική όντως πραγματικότητα, εξοστρακίζουν στη σφαίρα της μυθολογίας, της συνωμοσιολογίας, κάθε προαναγγελία κινδύνου, όσο κι αν είναι τεκμηριωμένη: πώς είναι δυνατόν να πλησιάζει το τέλος του κόσμου, όταν ο ήλιος λάμπει, τα πουλιά κελαηδούν και τα κρουασάν ευωδιάζουν όπως κάθε μέρα από τότε που υπάρχει μνήμη;
Και αν ο αντίλογος αντιτάξει ότι ο ήλιος έλαμπε και τα πουλιά κελαηδούσαν κι εκείνες τις μέρες που ξέσπασαν πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις ή φυσικές καταστροφές, η εμπειρική αισιοδοξία απαντάει ότι η ανθρωπότητα βρήκε τρόπο να επιβιώσει από αυτές τις αντιξοότητες, επομένως θα βρει τρόπο να ξεπεράσει και όσες τυχόν ανακύψουν.
Άλλη μια απόδειξη ότι η επανάληψη είναι το όπιο του λαού.
Το (φυσικό) τέλος του κόσμου μια φορά θα έρθει. Μόνο τότε η αδράνεια και η αδιαφορία θα έχουν ως συνέπεια τον θάνατο του όλου. Σε κάθε άλλη περίπτωση η ζωή συνεχίζεται (για κάποιους τουλάχιστον). Ενδεχομένως, όμως, να συνεχίζεται με μεγάλο κόστος.
Είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε να το πληρώσουμε;
Είμαστε σίγουρα τόσο large;
Ρομπέν
3 σχόλια:
Πολύ ωραίο κείμενο και ουσιαστικό. Μου θύμισε το ύφος και την ακριβολογία του βιβλίου σου.
Υπάρχει ιστορικό προηγουμενο όπου ο όποιος λαός ξύπνησε κ απέτρεψε την καταστροφή ή την παρακμή; Θέλω να πω ότι νομίζ πως οι λαοί αντιδρούν συνήθως (στις καλύτερες των περιπτώσεων) παρά προλαμβάνουν.
Μα αυτό είναι το θέμα. Προσπαθώ να ερμηνεύσω το γιατί αυτό συμβαίνει.
Δημοσίευση σχολίου