Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

Μια μέρα στην κόλαση


Αξημέρωτα χτυπάει το ξυπνητήρι. Σηκώνεσαι να πας στη δουλειά. Πρέπει να ξυριστείς. Πάλι.

Αργοπορημένος, τρέχεις προς το σημείο όπου έχεις αφήσει το αυτοκίνητο. Ένα άλλο αυτοκίνητο, διπλοπαρκαρισμένο ακριβώς μπροστά στο δικό σου, μπλοκάρει την έξοδο. Κορνάρεις. Κοιτάς γύρω σου, διαπιστώνεις πολλές κενές θέσεις. Θα μπορούσε να έχει παρκάρει σε μία από αυτές, ο αναίσθητος. Αλλά του ήταν αδιανόητο να περπατήσει 20-30 μέτρα. Ήθελε να παρκάρει ακριβώς μπροστά στο μαγαζί όπου κάθεται και πίνει τον πρωινό του καφέ. Δεν τον ξέρεις τον τύπο, αλλά είσαι σχεδόν βέβαιος ότι έτσι έχει το πράγμα. Το 'χεις συνηθίσει πια. Κάθε φορά που αφήνεις το αυτοκίνητο μπροστά στο μπουγατσατζίδικο, το επόμενο πρωί το βρίσκεις μπλοκαρισμένο. Και, επιπλέον, δεν ακούνε ούτε την κόρνα σου, οι καθυστερημένοι. Λες και στουμπώνουν τ' αυτιά τους με την κρέμα της μπουγάτσας. Τελικά, αναγκάζεσαι να μπεις στο μαγαζί και να κάνεις την καθιερωμένη διερεύνηση.

"Έχει αφήσει κανείς ένα μαύρο τζιπ εδώ έξω;"

Ένας μεσόκοπος που συζητάει έντονα, αναμφισβήτητα περί ποδοσφαιρικών δρώμενων, σβήνει το τσιγάρο του και σπεύδει, δήθεν θορυβημένος, να σε εξυπηρετήσει. Παίρνει το ύφος το κακομοίρικο, λες και αναγκάστηκε να παρκάρει εκεί για να προλάβει να πάρει την ευχή της ετοιμοθάνατης μανούλας του, και απολογείται ταπεινά.

"Χίλια συγνώμη, φιλαράκο."

Τον κοιτάς αμίλητος, γιατί δεν έχεις διάθεση να επαναλάβεις για εκατομμυριοστή φορά την ίδια στιχομυθία. Τον κοιτάς ίσια στα μάτια, χωρίς θυμό, μα από καθαρά ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, μήπως και ανακαλύψεις κάτι εκεί μέσα, μήπως και καταλάβεις κάποτε τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους τόσο εγωκεντρικούς, αντικοινωνικούς, ζώα. Κατεβάζει τα μάτια.

Οδηγείς προς το κέντρο. Έχεις ήδη αργήσει και η κίνηση είναι ασυνήθιστα πυκνή. Ακούς στο ραδιόφωνο ότι οι κεντρικές αρτηρίες έχουν κλείσει από διαδηλωτές. Για να φτάσεις στο γραφείο, πρέπει να κάνεις τον κύκλο της πόλης. Είσαι ήδη εκτός ελέγχου και δεν ντρέπεσαι ντιπ που οι σύντροφοι ακινητοποιημένοι οδηγοί γύρω σου σε παρακολουθούν να κοπανάς το τιμόνι με μανία. Η ντροπή προϋποθέτει την αυτοεκτίμηση. Κι εσύ τις έχεις απολέσει αμφότερες, καιρό τώρα. Δεν ντρέπεσαι, δεν σε εκτιμάς, είσαι λεύτερος.

Κάποτε φτάνεις στη δουλειά. Το αφεντικό σε υποδέχεται με ένα ειρωνικό σχόλιο για το βάρος του παπλώματος. Το αντιπαρέρχεσαι και καταπιάνεσαι με τα δημιουργικά σου καθήκοντα. Μόλις ελέγχεις το ηλεκτρονικό σου ταχυδρομείο, πέφτεις πάνω σε δεκάδες ανεπιθύμητα διαφημιστικά μηνύματα (spam). Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που το 'χουν βάλει σκοπό ντε και καλά να σου φουσκώσουν το πουλί. Άλλοι πουλάνε φάρμακα σε καταπληκτικές τιμές. Και, πρόσφατα, κάποιοι στην Κίνα ανακάλυψαν μια αποσυρμένη πειραματική έκδοση του Systran και την τσίμπησαν, για να στέλνουν σε όλο τον κόσμο μηνύματα συντακτικής έμπνευσης, που αρχίζουν κάπως έτσι:

"Αγαπητέ φίλο,
Παρακαλούμε να μας συγχωρήσουν να διαταράξει σας πολύτιμα time. This είναι ένα ηλεκτρονικό προϊόν από τους μεγαλύτεροι διεθνείς εμπορικούς χονδρέμποροι στην Κίνα.
"

Εκεί που πας να συγκεντρωθείς, σε κάποιο διπλανό γραφείο ανοίγουν τηλεόραση. Στα πρωινάδικα ξανθά ορνιθοειδή κακαρίζουν ακόρεστα. Σε πείθουν σχεδόν ότι η ύπαρξη δεν είναι παρά μια κιβωτός ακυβέρνητη στο αρχιπέλαγος της ηλιθιότητας. Υπομονή, σκέφτεσαι.

Το μεσημέρι παίρνεις μία ώρα άδεια για να "πεταχτείς" στην εφορία. Πριν τρία χρόνια σου έκλεψαν το μηχανάκι και παρότι το δήλωσες στην αστυνομία και προσκόμισες στην εφορία όλα τα χαρτιά που σου ζήτησαν, όχι μία, αλλά τρεις φορές, εξακολουθούν, τρία χρόνια μετά, να σου στέλνουν ειδοποιητήριο, για να πληρώσεις τέλη κυκλοφορίας. Έχεις ένα όνειρο: να βάλεις ένα τέλος σε αυτήν την υπόθεση. Οι κυρίες στο αρμόδιο τμήμα δεν συμμερίζονται το όραμά σου. Δεν υπάρχει λύση, σου λενε. Το μηχανάκι έχει γραφτεί στο όνομά σας και δεν ξεγράφεται με τίποτα. Τρία είναι στο σύμπαν τα βιβλία που δεν σβήνονται: το βιβλίο της μνήμης, το Βιβλίο της Ζωής και το βιβλίο της εφορίας. Και για τα πρώτα δύο δεν είμαστε σίγουροι.

Μόλις επιστρέφεις στο γραφείο, χτυπάει το κινητό σου.

"Καλησπέρα σας, ονομάζομαι Μαίρη Μεσημέρη και σας τηλεφωνώ από την κάρτα σας, τη Visa."

"Σπέρα."

"Ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι εκκρεμεί μια πληρωμή στην κάρτα σας. Είναι δεκαπέντε ευρώ."

"Μου τηλεφωνείτε για δεκαπέντε ευρώ;"

"Αυτή είναι η δουλειά μου."

"Μόλις χτες είχε πάρει μια άλλη κυρία."

"Ναι, αλλά δεν το τακτοποιήσατε."

"Της είχα εξηγήσει ότι δεν έχω χρόνο αυτή τη βδομάδα."

"Α, αυτό δεν είναι δικό μου θέμα."

"Θα μου τηλεφωνείτε κάθε μέρα;"

"Μέχρι να γανιάσετε."

"Δηλαδή πρέπει να πάω να πληρώσω σήμερα, όσο άβολο κι αν μου είναι κάτι τέτοιο;"

"Εκτός και αν θέλετε να σας οδηγήσουμε στην τρέλα."

"Κι όλα αυτά για δεκαπέντε ευρώ;"

"Πολιτική της τράπεζας."

"Διαφορετικό ήταν το ύφος σας, όταν μου προωθούσατε την κάρτα."

"Εκείνο ήταν πώληση, αυτό είναι είσπραξη."

"Κυνική ακούγεστε."

"Ζούμε σ' έναν σκληρό κόσμο, κύριέ μου."

"Αυτό να μου πεις."

Όταν φτάνει το πέρας του ωραρίου σου, είσαι χώμα. Τα νεύρα σου σμπαράλια. Το μόνο που σε παρηγορεί είναι ότι σε λίγα λεπτά θα έχεις φύγει από αυτό το καπνιστήριο όπου βασιλεύει η ανία. Πάνω που αρχίζεις να τα μαζεύεις, σε φωνάζει το αφεντικό. Θέλει να κοιτάξετε μαζί εκείνο το θέμα που έχετε αφήσει στη μέση. Δε θα πάρει πολύ, καμιά ωρίτσα μόνο, λέει. Και το θυμήθηκε τώρα, που ετοιμαζόσουν να φύγεις. Πάντα τότε το θυμάται. Λες και βάζει υπενθύμιση στο κινητό. Υπομονή. Τουλάχιστον σήμερα πήρες μία ώρα άδεια, για να πας στην εφορία. Του την χρωστάς.

Κοντεύει να νυχτώσει, όταν δραπετεύεις επιτέλους από το γραφείο. Βαδίζεις προς το αυτοκίνητό σου. Φτανεις μπροστά στην πόρτα, με το κλειδί στο χέρι. Ανακαλύπτεις ότι η κλειδαριά είναι παραβιασμένη. Λείπει ο σάκος με τα αθλητικά σου παπούτσια, τη φόρμα σου και την μπάλα του μπάσκετ. Είχες τον σάκο μόνιμα στο αμάξι, για να μπορείς, όποτε σου καπνίσει, να πας να ρίξεις μερικά σουτάκια μετά από τη δουλειά. Αλλά όχι πια. Άλλος τώρα θα σουτάρει με την μπάλα σου. Άλλος θα απογειώνεται με τα Nike Air σου. Κι εσύ θα πρέπει να φτιάξεις την κλειδαριά.

Επιστρέφεις στο σπίτι εξουθενωμένος. Θυμήσου να μην παρκάρεις μπροστά στο μπουγατσατζίδικο. Μα φαίνεται ότι δεν μπορείς να παρκάρεις πουθενά. Όλοι οι δρόμοι γύρω από το σπίτι σου είναι σημασμένοι με τις κοκκινόλευκες ριγέ κορδέλες της αστυνομίας, από τις οποίες κρέμονται απαγορευτικά σημειώματα. Μην παρκάρετε από τότε μέχρι τότε, λόγω διεξαγωγής ποδοσφαιρικού αγώνα. Δηλαδή, επειδή αύριο 30.000 θηλαστικά μέσα σε ένα γήπεδο θα αποδεικνύουν τη θεωρία της εξέλιξης, εσύ (και μαζί σου εκατοντάδες άλλοι, όσοι έχουν την ατυχία να ζουν γύρω από το γήπεδο) δεν επιτρέπεται να παρκάρεις στη γειτονιά σου. Τράβα σε άλλη γειτονιά. Ή φούνταρέ το στη θάλασσα το ρημάδι. Το σύστημα δεν ασχολείται με τέτοιες λεπτομέρειες. Το σύστημα υπάρχει για να στηρίζει τον θρίαμβο της δημοκρατίας: κάθε δικαίωμα μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανασταλεί, και μάλιστα από τους φύλακες της έννομης τάξης, ώστε να εξυπηρετηθεί ένα άλλο δικαίωμα (;). Ποσοτικό το μόνο κριτήριο. Η λογική, η σκοπιμότητα, η αισθητική όχι απλά δεν μπαίνουν στην εξίσωση, δεν μπορούν καν να παρκάρουν στη γειτονιά της: είναι κι αυτή σημασμένη με τις κοκκινόλευκες απαγορετικές κορδέλες της αστυνομίας. Κατά συνέπεια, αν αύριο τριάντα σουρωμένοι απαιτήσουν από τις αρχές να καείς στην πυρά, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, έτσι, επειδή τους φάνηκε καλή ιδέα, το πιο πιθανό είναι ότι οι αρχές θα σε κάψουν ζωντανό, μια που το απαίτησαν τριάντα ψηφοφόροι έναντι ενός. Δημοκρατία εχουμε. Έτσι δεν είναι; Έτσι.

Όταν τελικά φτάνεις στο σπίτι, χύνεσαι στον καναπέ και, μπόσικος όπως είσαι, κάνεις το λάθος να ανοίξεις την τηλεόραση, να δεις τι γίνεται στον κόσμο. Πόλεμοι γίνονται, οικονομικές κρίσεις, καταστροφές, ακραία καιρικά φαινόμενα, αρμαγεδώνες. Ανάμεσα σε όλα αυτά, ακούς ότι το σκυλάκι περιώνυμου μόδιστρου δεν έκανε πιπί του σήμερα. Λες να έχει πέτρα στο νεφρό; Κορυφαίοι ουρολόγοι θα εξετάσουν το περιστατικό.

Αηδιασμένος, κλείνεις την τηλεόραση και αναζητάς καταφύγιο στη διαδικτυακή ενημέρωση. Μπαίνεις στο tvxs του Κούλογλου. Και πέφτεις πάνω σ' αυτό. Στο πλαίσιο αθεϊστικής καμπάνιας στο Λονδίνο, λέει, ανάρτησαν στα λεωφορεία το εξής μήνυμα: "Θεός πιθανότατα δεν υπάρχει. Τώρα σταμάτα ν' ανησυχείς και απόλαυσε τη ζωή σου." Χρόνια περίμενες μια τέτοια αποκάλυψη, γιατί άργησαν τόσο; Και η μέχρι τώρα ζωή σου, που σκιαζόταν από την ανησυχία; Χαμένη πήγε; Δεν την απόλαυσες; Μεγάλες φωτιές σου άναψαν. Πάντως, είναι η πρώτη φορά που μια μεγάλη αλήθεια διαδίδεται με λεωφορεία. Ας είναι καλά ο Ρίτσαρντ Ντόκινς και η παρέα του. Ο Ντόκινς, εξάλλου, κραδαίνοντας τη δαρβίνεια εξέλιξη στο ένα χέρι και την ανθρωπική αρχή στο άλλο, καταφέρνει θανάσιμο πλήγμα στην πίστη είκοσι αιώνων και δισεκατομμυρίων ανθρώπων, καθιστώντας σαφές ότι είναι άχρηστη η ύπαρξη του Θεού. Το σύμπαν τα καταφέρνει και μόνο του. Έτσι, όλα τα μεγάλα ερωτήματα και όλες οι υπαρξιακές αγωνίες βρίσκουν τώρα μια απάντηση. Βέβαια, το ότι ο Θεός πέθανε το γνωρίζουμε από την εποχή του Νίτσε. Μα άλλο είναι να το βλέπεις γραμμένο στα λεωφορεία. Έτσι δεν είναι; Έτσι.

Τελικά σέρνεις τα κομμάτια σου μέχρι το κρεβάτι. Είναι ώρα να αναπαυτείς. Ώρα ιερή. Κανείς και τίποτα δεν δικαιούται να τη διαταράξει. Κανείς, εκτός από πρωτόζωα καβάλα σε θηριώδεις μηχανές με κομμένες εξατμίσεις. Κανείς, εκτός από ασπόνδυλα μαλάκια με ανίατη συλλογική ιδεοληψία που τα ψήνει ότι είναι όλα τους και καθένα ξεχωριστά ο Άρι Βατάνεν. Τίποτα, εκτός από τον εξαερισμό του μπαρ στο ισόγειο της πολυκατοικίας, που βουίζει ενοχλητικά όλη τη νύχτα. Βουλώνεις τα αυτιά σου με τις ωτοασπίδες και κλείνεις τα μάτια. Σε λίγες ώρες ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Που τίποτα καινούριο δεν πρόκειται να φέρει. Μια μέρα του Σίσυφου. Μια μέρα της μαρμότας. Μια μέρα στην κόλαση.

Ρομπέν

4 σχόλια:

Finn είπε...

Παίξε Λόττο.

Αυτή είναι η επίσημη και η ανεπίσημη απάντηση (του κράτους και σχεδόν κάθε ιδιώτη). Ατέλειωτος αγώνας για λεφτά, να αγοραστεί μια ιδέα καλοπέρασης. Κανένας λόγος για ποιότητα όμως. Την ποιότητα που την εικόνα της έστησες με λίγες κουβέντες αντί άλλης ευχής για το νέο έτος. Την ποιότητα της σύναψης σχέσεων με περιεχόμενο, όπως την ανασταίνει στην καρδιά μας ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς.

Ρομπέν είπε...

Το πρόβλημα είναι ότι ο καθένας ορίζει διαφορετικά την ποιότητα. Το πρόβλημα είναι ότι ο καθένας μιλάει διαφορετική γλώσσα. Το πρόβλημα είναι η Βαβέλ. Και δεν λύνεται.

Finn είπε...

Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα δεν είναι ποια γλώσσα μιλάει καθένας και ποια έννοια προσδίδει στη ζωή και την ποιότητα. Αρκεί να μπορούσαμε να διακρίνουμε χονδροειδείς διαφορές μεταξύ προσωπικού και δημόσιου χώρου για να τηρήσουμε 5 βασικούς κανόνες συμπεριφοράς τους οποίους θα γράφαμε σε όλες τις διαλέκτους για να γίνονται κατανοητοί.. Είναι πολύ βασικές αυτές οι ελλείψεις σε επίπεδο καλλιέργειας. Ο Γιανναράς λέει: τι ευθύνες να ζητήσεις αύριο από τα παιδιά που μεγαλώνουν σε αυτόν τον πολιτικά κατεστραμμένο κόσμο..Το λέει για εμάς. Αλλά από αίσθημα ευθύνης προσωπικής θα αναζητήσουμε αύριο κάποια λύση σε πρόσωπα άλλα και άλλους ίσως τρόπους βίου.

Ρομπέν είπε...

Ελπίζω να είναι αρκετά προφανές ότι με τη λέξη "γλώσσες" δεν εννοώ ελληνικά, αγγλικά, κτλ. Εννοώ όρους έκφρασης που περιγράφουν διαφορετικούς τρόπους βίου.

Ας πούμε, ο Γιανναράς και ο Ντόκινς, άνθρωποι θεωρητικά παραπλήσιου βαθμού τεχνικής κατάρτισης, αμφότεροι καθηγητές σε πανεπιστήμια, υποθέτω ότι μπορούν άνετα να επικοινωνήσουν σε μία ή σε δύο ή σε τρεις γλώσσες. Αλλά μιλάνε με χασματωδώς διαφορετικούς όρους. Ο Γιανναράς θα μιλούσε για σχέσεις κοινωνίας σύμφωνα με το Τριαδικό πρότυπο, για αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά, ενώ ο Ντόκινς δεν ξέρω για τι θα μιλούσε, αλλά υποθέτω για δυνατότητες αυτοπραγμάτωσης, για το δυναμικό της επιστήμης και για το ευ ζην. Άντε βάλε τους σε ένα δωμάτιο να συζητήσουν. Άλλοι κόσμοι, άλλες γλώσσες, τίποτα κοινό.

Και γιατί να τηρηθούν οι κανόνες που θα γράψουμε; Υπάρχουν εκατοντάδες κανόνες του Συντάγματος που καταστρατηγούνται κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση, ατιμώρητα. Ποιοι είναι αυτοί οι κανόνες που για πρώτη φορά στην ιστορία θα τηρούνται από όλους; Τι είναι αυτό που θα εμποδίσει τον επαγγελματία ιδιοτελή να τους παραβεί με σκοπό το ίδιον όφελος; Άλλωστε δεν νομίζω ότι η ιδιοτέλεια γνωρίζει όρια μεταξύ προσωπικού και δημόσιου χώρου, είναι παντός εδάφους και είναι στη φύση της, περιλαμβάνεται στον ορισμό της, να μην κάνει ποτέ πίσω.

Νομίζω ότι η Βαβέλ, πέρα από τον ρεαλισμό του διαχωρισμού των γλωσσών, είναι και ένα σύμβολο του διαχωρισμού των τρόπων και του συνεπαγόμενου διαχωρισμού των διατυπώσεων.

Ωστόσο δεν αποκλείεται, απλά να είμαι απαισιόδοξος.

Κι όσο για το τελευταίο, τα παιδιά έχουν ίσως το ακαταλόγιστο όσο είναι παιδιά. Άντε και για μερικά χρόνια ακόμα. Αλλά όχι για πάντα. Διαφορετικά, κάθε κοινωνία που θα περνούσε μια φάση πολιτικής κατάρρευσης νομοτελειακά θα αφανιζόταν, αφού κανένας δεν θα ήταν υπεύθυνος για την αναχαίτιση της κατρακύλας (αφού, εκτός από τις πρώτες γενιές, που είναι αυτουργοί, οι υπόλοιπες μεγαλώνουν σε καθεστώς πολιτικής κατάρρευσης).

Κάποια στιγμή, στα 20 ή 30 ή 40 ή 50, καθένας έχει καθήκον να αρχίσει να σκέφτεται, να ελέγχει, να αποφασίζει. Μπορεί να μην του έχουν μάθει τον τρόπο στην οικογένεια ή στην εγκύκλιο παιδεία, αλλά υπάρχουν φωνές που βοούν. (Μία από αυτές είναι του Γιανναρά.) Ας τις ακούσουν. Μα όταν επισκέπτεσαι την ιστοσελίδα με τις επιφυλλίδες του Γιανναρά, βλέπεις κάτω από κάθε άρθρο 50 ή 80 σχόλια και τα περισσότερα από αυτά είναι προσπάθειες να του "την πέσουν", να τον ακυρώσουν. Οι περισσότεροι από αυτούς, αν όχι όλοι, είναι μορφωμένοι. Απλά, μιλάνε άλλη "γλώσσα". Και ποιος ή τι ευθύνεται γι' αυτό;

Τρέχα γύρευε.