Ο άνθρωπος είναι ον τραγικό. Έχει επίγνωση της ύπαρξής του, μα και της θνητότητας του: ανά πάσα στιγμή η φυσική του ύπαρξη μπορεί να ακυρωθεί και αργά ή γρήγορα αυτό θα συμβεί. Είναι μία από τις μεγαλύτερες βεβαιότητες.
Δύσκολα το χωράει ο νους. Είσαι σε ένα μέρος που σφύζει από ζωή, γύρω σου χιλιάδες άνθρωποι κυκλοφορούν, δημιουργούν, σχετίζονται, ζουν, και οι πιθανότητες λένε ότι την επόμενη ώρα κάποιοι εκ των χιλιάδων θα έχουν πάψει να υπάρχουν και τίποτα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να είσαι ένας από αυτούς. Πραγματικά αδιανόητο.
Τα καθημερινά μας έργα ουδόλως απηχούν αυτήν την τραγική πραγματικότητα. Κάνουμε σχέδια και τα υλοποιούμε, με ορίζοντα, θαρρείς, την αιωνιότητα. Ειδικά στις πόλεις το κακό είναι πλήρως ξορκισμένο, αφού εκεί οι κύκλοι ζωής και θανάτου της χλωρίδας και της πανίδας είναι περίπου αθέατοι, ενώ η δύναμη της μηχανής δίνει μια ψευδαίσθηση επικυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση, άρα και πάνω στους κύκλους της, άρα ψευδαίσθηση αθανασίας. Και αν όχι ψευδαίσθηση αθανασίας, τουλάχιστον, όμως, ψευδαίσθηση ελέγχου. Οι περισσότεροι υποθέτουμε ότι θα έχουμε κάποιο είδος ελέγχου πάνω στο μέλλον μας. Για παράδειγμα, ποιος, όταν σκέφτεται το μέλλον, βλέπει τον εαυτό του στα γεράματα ανήμπορο και μόνο σε ένα σκοτεινό δωμάτιο; Ελάχιστοι; Κανείς; Κι όμως δεν είναι λίγοι όσοι τελειώνουν τη ζωή τους ανήμποροι και μόνοι σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Τραγικό; Αληθινό πάντως.
Είτε σε σκοτεινό δωμάτιο είτε σε φωτεινό, το σίγουρο είναι ότι κανένας δεν διαφεύγει τον θάνατο.
Υπάρχουν δύο τρόποι να αντιμετωπίσει κάποιος αυτή τη νομοτέλεια. Ο ένας είναι να τη θυμάται και ο άλλος είναι να την ξεχάσει.
Η λήθη οδηγεί στην ανεπίγνωστη ύπαρξη και τελικά στην α-νοησία. Η αναζήτηση νοήματος της ύπαρξης είναι ένα πρόβλημα ορίων της ύπαρξης και ίσως το πιο σημαντικό των ορίων είναι ο θάνατος. Συνεπώς, λήθη θανάτου σημαίνει παραίτηση από την αναζήτηση νοήματος.
Από την άλλη μεριά, η συνεχής μνήμη θανάτου μπορεί να γίνει επώδυνη. Η αναμέτρηση με τη διαρκή και ανεξάλειπτη απειλή της ατομικής ύπαρξης (του εγώ), μπορεί να προκαλέσει έντονο άγχος, βαριά κατάθλιψη. Ναι, αν μνήμη θανάτου μετουσιωθεί σε παθολογική εσωστρέφεια.
Αλλά η μνήμη θανάτου μπορεί να μετουσιωθεί σε γόνιμη εξωστρέφεια. Μπορεί να γίνει μια απεγνωσμένη κραυγή έκφρασης του άρρητου, μπορεί να γίνει μια πρόσκληση σε κοινό βίωμα, μοίρασμα, της υπαρκτικής αγωνίας, της άγνοιας, της αδυναμίας. Δηλαδή μια πρόσκληση σε σχέση.
Ίσως, τελικά, αυτό να είναι το νόημα της θνητής ύπαρξης.
Δύσκολα το χωράει ο νους. Είσαι σε ένα μέρος που σφύζει από ζωή, γύρω σου χιλιάδες άνθρωποι κυκλοφορούν, δημιουργούν, σχετίζονται, ζουν, και οι πιθανότητες λένε ότι την επόμενη ώρα κάποιοι εκ των χιλιάδων θα έχουν πάψει να υπάρχουν και τίποτα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να είσαι ένας από αυτούς. Πραγματικά αδιανόητο.
Τα καθημερινά μας έργα ουδόλως απηχούν αυτήν την τραγική πραγματικότητα. Κάνουμε σχέδια και τα υλοποιούμε, με ορίζοντα, θαρρείς, την αιωνιότητα. Ειδικά στις πόλεις το κακό είναι πλήρως ξορκισμένο, αφού εκεί οι κύκλοι ζωής και θανάτου της χλωρίδας και της πανίδας είναι περίπου αθέατοι, ενώ η δύναμη της μηχανής δίνει μια ψευδαίσθηση επικυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση, άρα και πάνω στους κύκλους της, άρα ψευδαίσθηση αθανασίας. Και αν όχι ψευδαίσθηση αθανασίας, τουλάχιστον, όμως, ψευδαίσθηση ελέγχου. Οι περισσότεροι υποθέτουμε ότι θα έχουμε κάποιο είδος ελέγχου πάνω στο μέλλον μας. Για παράδειγμα, ποιος, όταν σκέφτεται το μέλλον, βλέπει τον εαυτό του στα γεράματα ανήμπορο και μόνο σε ένα σκοτεινό δωμάτιο; Ελάχιστοι; Κανείς; Κι όμως δεν είναι λίγοι όσοι τελειώνουν τη ζωή τους ανήμποροι και μόνοι σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Τραγικό; Αληθινό πάντως.
Είτε σε σκοτεινό δωμάτιο είτε σε φωτεινό, το σίγουρο είναι ότι κανένας δεν διαφεύγει τον θάνατο.
Υπάρχουν δύο τρόποι να αντιμετωπίσει κάποιος αυτή τη νομοτέλεια. Ο ένας είναι να τη θυμάται και ο άλλος είναι να την ξεχάσει.
Η λήθη οδηγεί στην ανεπίγνωστη ύπαρξη και τελικά στην α-νοησία. Η αναζήτηση νοήματος της ύπαρξης είναι ένα πρόβλημα ορίων της ύπαρξης και ίσως το πιο σημαντικό των ορίων είναι ο θάνατος. Συνεπώς, λήθη θανάτου σημαίνει παραίτηση από την αναζήτηση νοήματος.
Από την άλλη μεριά, η συνεχής μνήμη θανάτου μπορεί να γίνει επώδυνη. Η αναμέτρηση με τη διαρκή και ανεξάλειπτη απειλή της ατομικής ύπαρξης (του εγώ), μπορεί να προκαλέσει έντονο άγχος, βαριά κατάθλιψη. Ναι, αν μνήμη θανάτου μετουσιωθεί σε παθολογική εσωστρέφεια.
Αλλά η μνήμη θανάτου μπορεί να μετουσιωθεί σε γόνιμη εξωστρέφεια. Μπορεί να γίνει μια απεγνωσμένη κραυγή έκφρασης του άρρητου, μπορεί να γίνει μια πρόσκληση σε κοινό βίωμα, μοίρασμα, της υπαρκτικής αγωνίας, της άγνοιας, της αδυναμίας. Δηλαδή μια πρόσκληση σε σχέση.
Ίσως, τελικά, αυτό να είναι το νόημα της θνητής ύπαρξης.
Ρομπέν
ΥΓ: Έρχεται στο μυαλό μου ο Καζαντζάκης. Κάπου είχε γράψει ότι πίσω από κάθε πρόσωπο έβλεπε το κρανίο. Ο Καζαντζάκης είχε μνήμη θανάτου. Και όλο του το έργο είναι μια κραυγή.
ΥΓ: Έρχεται στο μυαλό μου ο Καζαντζάκης. Κάπου είχε γράψει ότι πίσω από κάθε πρόσωπο έβλεπε το κρανίο. Ο Καζαντζάκης είχε μνήμη θανάτου. Και όλο του το έργο είναι μια κραυγή.
1 σχόλιο:
iparhei kai tritos tropos.na ti katalavei. den aho katalavei alla to zisitao me to epano
Δημοσίευση σχολίου